Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014

Προτάσεις για την ανάπτυξη της Γεωργίας. Του Παναγιώτη Τσέτουρα

« Όσες φορές οι λαοί παραμέλησαν τη γεωργία τους καταστράφηκαν »
Ξενοφών / Ιστορικός
Η Ελληνική γεωργία δεν φαίνεται να μπορεί να επιβιώσει σε ένα περιβάλλον που γίνεται όλο και πιο ανταγωνιστικό. Ο ανταγωνισμός θα οξύνεται από τα ομοειδή προϊόντα Ευρωπαϊκών και Τρίτων χωρών. Παράλληλα όμως θα ανοίγονται και ευκαιρίες για πρόσβαση σε ξένες αγορές.



Η ανταγωνιστικότητα των Ελληνικών γεωργικών προϊόντων θα αποτελεί το βασικό στοιχείο για την επιβίωση και την ανάπτυξη του γεωργικού τομέα και της Ελληνικής υπαίθρου. Την ανταγωνιστικότητα όμως δεν πρέπει να την αναζητούμε μόνο στη μείωση του κόστους παραγωγής αλλά στην αλυσίδα:
Παραγωγής – Μεταποίησης – Εμπορίας
Η Ελλάδα ως χώρα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την γεωργία, αλλά με περιορισμένες δυνατότητες επηρεασμού του προσανατολισμού της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής οφείλει να στρέψει την Εθνική Αγροτική Πολιτική της προς δύο (2) κατευθύνσεις.
Η πρώτη είναι προς το κέντρο των αποφάσεων των Βρυξελλών όπου πρέπει να διατεθούν οι ποιοτικά καλύτερες δυνάμεις και να αξιοποιηθούν οι ευκαιρίες επηρεασμού των αποφάσεων προς κατευθύνσεις που ενδιαφέρουν την Ελλάδα. Η δεύτερη αναφέρεται στο εσωτερικό της χώρας όπου με ειλικρίνεια πρέπει να εξηγηθούν οι νέες συνθήκες και να προωθηθούν έγκαιρα οι αναγκαίες προσαρμογές.
Η Ελληνική γεωργία πρέπει να σχεδιασθεί από μηδενική βάση και να επιβληθεί μια αλλαγή πολιτικής για την αντιμετώπιση των νέων συνθηκών που παρουσιάζονται.
Οι ευκαιρίες είναι πολλές για παραγωγή και προώθηση προϊόντων που δεν περιορίζονται από την Κ.Α.Π. όπως κηπευτικά, άνθη, βρώσιμες ελιές, ξηροί καρποί, νέες καλλιέργειες, ροδιές, ιπποφαές, στέβια, τρούφα, φαρμακευτικά φυτά, βιολογικά προϊόντα, πολλαπλασιαστικό υλικό, προϊόντα βιοτεχνολογίας κλ.π.
Τα μέτρα της αγροτικής πολιτικής που θα ληφθούν πρέπει να είναι προσαρμοσμένα στις ευκαιρίες που παρουσιάζονται και να οριοθετούνται κατά μεγάλες περιοχές ή ζώνες καλλιεργειών.
Η δημιουργία και η ανάπτυξη βιώσιμων αγροτικών εκμεταλλεύσεων έχει μεγάλη σημασία για τη χώρα μας και θα πρέπει να είναι ο πρώτος στόχος μας.
Στη σημερινή Ελλάδα υπάρχουν πολύ μικρές εκμεταλλεύσεις με ηλικιωμένο αρχηγό, συχνά χωρίς διάδοχο. Σε λίγα χρόνια δεκάδες χιλιάδες μικρές εκμεταλλεύσεις θα εγκαταλειφθούν.
Η Ελληνική πολιτεία δεν μπορεί να παραμείνει αδιάφορη στο φαινόμενο της εγκατάλειψης του αγροτικού χώρου. Εάν δεν ληφθούν μέτρα για τη σωστή αντιμετώπιση του προβλήματος, η πλήρης αποδιάρθρωση της υπαίθρου θα είναι οριστική και αμετάκλητη.
Το μέγεθος του προβλήματος ξεπερνά κατά πολύ την παραγωγική διάρθρωση της γεωργίας. Είναι μείζονος σημασίας Εθνικό ζήτημα καθώς συνδέεται με την πληθυσμιακή σύνθεση της υπαίθρου.
Σήμερα έχει γίνει ευρύτερα κατανοητό, πως πρώτα για την επιβίωση και ύστερα για την οικονομική ανάπτυξη της υπαίθρου, απαιτούνται ολοκληρωμένες παρεμβάσεις που δεν εξαντλούνται μόνο στη γεωργία.
Είναι ανάγκη να διαμορφωθεί μια συνολική πολιτική για την ύπαιθρο και τον αγροτικό χώρο. Μια κοινωνικά υποβαθμισμένη ύπαιθρος δεν μπορεί παρά να δώσει μια γεωργία υπολειμματικού χαρακτήρα μαζικής παραγωγής που δεν μπορεί να στηρίξει παρά ένα ελάχιστο ποσοστό του πληθυσμού.
Η σωστή αντιμετώπιση του προβλήματος που θα προκύψει από την εγκατάλειψη των χιλιάδων οριακών εκμεταλλεύσεων, θα πρέπει να είναι η συγκράτηση του πληθυσμού της υπαίθρου και η δημιουργία βιώσιμων αγροτικών εκμεταλλεύσεων.
Μεγάλη σημασία για τη χώρα μας έχει ο προσδιορισμός των ελάχιστων βιώσιμων μεγεθών διαφόρων τύπων αγροτικών εκμεταλλεύσεων κατά περιοχές. Με αυτό τον τρόπο είναι εύκολο να διακρίνονται όσες εκμεταλλεύσεις μπορούν να στηρίζουν μια βιώσιμη, δυναμική, παραγωγική και ανταγωνιστική γεωργία και όσες άλλες υπάρχουν και λειτουργούν προβληματικά χωρίς να έχουν μέλλον.
Οι σημερινές συνθήκες απαιτούν συνεχή βελτίωση των αγροτικών εκμεταλλεύσεων για να επιβιώσουν ως οικονομικές μονάδες:
•  Με τη συνένωση των διασπαρμένων αγροτεμαχίων
•  Με αλλαγή της σύνθεσης των κλάδων παραγωγής
•  Την ποσότητα και την ποιότητα των συντελεστών παραγωγής
•  Την τεχνική και την οικονομική υποδομή γενικότερα
Σήμερα μπροστά στις εξελίξεις του διεθνούς ανταγωνισμού ξεπροβάλλουν δύο αμείλικτα ερωτήματα για την Ελληνική γεωργία.
Πρώτο ερώτημα πώς θα αυξηθεί το μέγεθός της και
Δεύτερο πώς θα αυξηθεί η παραγωγικότητά της.
Είναι ενδιαφέρον να προσδιοριστούν ποιές αγροτικές εκμεταλλεύσεις πρέπει να ενθαρρυνθούν για ανάπτυξη και ποιές πρέπει να εγκαταλειφθούν. Αλλά το κυριότερο είναι να τεθούν οι εισοδηματικοί στόχοι των γεωργών και να προσδιοριστεί ποιές εκμεταλλεύσεις μπορούν να ανταποκρίνονται σ’ αυτά τα εισοδηματικά επίπεδα. Πού θα μπορούσε να βελτιωθεί η κατάστασή τους, τόσο με αύξηση του μεγέθους, όσο και με καλύτερη οργάνωση των συντελεστών παραγωγής και με ένα περισσότερο επιτυχή συνδυασμό των κλάδων παραγωγής. Παράδειγμα η σύνδεση του κλάδου της κτηνοτροφίας με τον κλάδο της γεωργίας. Δεν νοείται αυτόνομη ανάπτυξη της κτηνοτροφίας χωρίς τη γεωργία.
Το διαρθρωτικό πρόβλημα για την Ελληνική γεωργία εντοπίζεται κατ’ εξοχή στο μικρό μέγεθος της πλειονότητας των εκμεταλλεύσεων και στον πολύ-τεμαχισμό της και αυτό αποτελεί τη βασική αιτία της διαμόρφωσης χαμηλού εισοδήματος για τον γεωργό και την οικογένειά του.
Η συμβολή των αγροτών για τις αλλαγές στη χώρα μας απαιτεί αλλαγή νοοτροπίας προς την κατεύθυνση του αγρότη-επιχειρηματία και προϋποθέτει την κατάλληλη εκπαίδευση και καθοδήγηση από συμβούλους με εμπειρία.
Ο στρατηγικός σχεδιασμός για να αποκτήσει ανταγωνιστικότητα η Ελληνική γεωργία, θα πρέπει να έχει την ουσιαστική συμβολή και συμμετοχή σ’ αυτήν του κύριου αναπτυξιακού της παράγοντα που είναι ο Έλληνας γεωπόνος.
Είναι αξιοθαύμαστο πώς σε λίγα χρόνια η Πολιτεία κατάφερε να αδρανοποιήσει το επιστημονικό προσωπικό της και να στερήσει τη δυνατότητα να προσφέρει έστω και ένα μικρό τμήμα των γνώσεων του. Αποτέλεσμα ήταν η μείωση των εξαγωγών και η αύξηση των εισαγωγών στα γεωργικά προϊόντα. Αφαίμαξη συναλλάγματος από την αθρόα εισαγωγή γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων.
Εάν ο παροπλισμός των γεωπόνων δεν ανατραπεί τα περιθώρια δημιουργίας βιώσιμων γεωργικών εκμεταλλεύσεων ελαχιστοποιούνται, η αναδιάρθρωση της παραγωγής θα παραμείνει γράμμα κενό και ο εκσυγχρονισμός της τυποποίησης, της μεταποίησης και της εμπορίας των αγροτικών προϊόντων θα εξακολουθήσει να είναι δυσχερής.
Όλοι έχουμε τις ευθύνες μας για το κρίσιμο σημείο στο οποίο έχει περιέλθει η Ελληνική γεωργία, όπως όλοι έχουμε πολλαπλάσιες ευθύνες για να την οδηγήσουμε πέρα και μακριά από τα σημερινά αδιέξοδα.
Η Ελλάδα λόγω της ποικιλίας των κλιματικών συνθηκών, προσφέρεται για την καλλιέργεια οπωροκηπευτικών της εύκρατης και της υποτροπικής κυρίως ζώνης. Η Ελλάδα πρέπει να παράγει προϊόντα κυρίως μεγάλης πρωϊμότητας και εκλεκτής ποιότητας που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της αγοράς και να διατίθενται εύκολα στην εγχώρια και διεθνή αγορά σε ικανοποιητικές τιμές, προς όφελος των καλλιεργητών και της Εθνικής μας Οικονομίας.
Το οξύτερο πρόβλημα στη γεωργία είναι η διάθεση των παραγόμενων προϊόντων σε τιμές που να εξασφαλίζουν ικανοποιητικό εισόδημα στους καλλιεργητές. Το πρόβλημα αυτό μπορεί να αντιμετωπισθεί με αναδιάρθρωση των καλλιεργειών και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων που είναι εφικτό με την επιμόρφωση των αγροτών αλλά και των γεωπόνων.
Η καλλιέργεια σε ορισμένα είδη πρέπει να μειωθεί και να αυξηθεί σε άλλα. Επιβάλλεται η προώθηση της καλλιέργειας ειδών και ποικιλιών με βάση τις ανάγκες και τις προτιμήσεις της διεθνούς και της εγχώριας αγοράς. Η παραγωγή των προϊόντων να είναι κατανεμημένη χρονικά κατά τρόπο που να είναι δυνατή η απορρόφησή της. Έμφαση πρέπει να δοθεί σε πρώιμες και όψιμες ποικιλίες των οποίων η παραγωγή απορροφάται συνήθως πιο εύκολα, γιατί κατά την παραγωγική αυτή περίοδο η εγχώρια και κυρίως η διεθνής αγορά είναι ελλειματική σε πρώιμα και όψιμα προϊόντα καλής ποιότητας.
Πρέπει να στηριχθεί:
• Η καλλιέργεια ορισμένων οπωροφόρων δένδρων και κηπευτικών σε συνθήκες θερμοκηπίου με τη βοήθεια της γεωθερμίας αφού αλλάξει προηγουμένως το θεσμικό πλαίσιο αξιοποίησης της γεωθερμίας.
• Η παραγωγή καλλωπιστικών και άλλων φυτών σε σύγχρονες φυτωριακές μονάδες, για τις ανάγκες όχι μόνο της εγχώριας αγοράς αλλά και της διεθνούς αγοράς.
• Η δραστηριοποίηση του θεσμού των εμπορικών συμβούλων οι οποίοι θα διερευνούν τις ανάγκες των διεθνών αγορών και θα μεριμνούν για την εξεύρεση νέων αγορών. Οι εμπορικοί σύμβουλοι να καταγράφουν τις διεθνείς τάσεις και προοπτικές. Οι προτάσεις να αξιοποιούνται έγκαιρα και να γνωστοποιούνται στους αρμόδιους και στους εξαγωγείς νωπών οπωροκηπευτικών προϊόντων.
Απαιτείται:
• Η αναδιάρθρωση των συνεταιριστικών οργανώσεων, διοικητική, οικονομική, τεχνολογική, εκπαιδευτική.
• Η βοήθεια του ιδιωτικού εμπορικού τομέα με διευκολύνσεις οικονομικές, ιδιαίτερα όταν διακινεί σημαντικές ποσότητες προϊόντων.
• Ο εκσυγχρονισμός των μονάδων συντήρησης, συσκευασίας, τυποποίησης των οπωροκηπευτικών με προγράμματα Ευρωπαϊκά και Εθνικά.
• Απαιτείται ακόμη και στην Ελληνική αγορά η εφαρμογή της τυποποίησης όπου θα αναγράφεται η συσκευασία, η γεωγραφική προέλευση, η ποικιλία, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά για κάθε θεσμοθετημένη κατηγορία και η τιμή κατά κιλό προϊόντος.
Τα αγροτικά προϊόντα μας θα πρέπει να προστατευθούν με διάφορους τρόπους από τις αθρόες εισαγωγές προϊόντων από τις Τρίτες χώρες.
Επιβάλλεται:
• Ο εκσυγχρονισμός των εγχώριων κεντρικών αγορών.
• Η δημιουργία αγορών γεωργών και κτηνοτρόφων.
• Η ανάπτυξη μιας αποτελεσματικής εμπορικής διπλωματίας αγροτικών προϊόντων.
• Να περάσει στα σχολεία η υγιεινή σημασία των φρούτων και λαχανικών με μορφή μαθήματος, γιατί υπάρχει μεγάλη μείωση της κατανάλωσής τους στα παιδιά.
• Η ενημέρωση των αγροτών με ετήσιο προγραμματισμό, σε κέντρα εκπαίδευσης των νομών της χώρας, πάνω στις σύγχρονες τεχνικές καλλιέργειας, του μάρκετιγκ, της τυποποίησης και τις εναλλακτικές μορφές ενέργειας.
Το ΥΠΑΑΤ να ενημερώνει τους γεωργούς για τις προοπτικές που διαγράφονται ακόμη και σε επίπεδο ποικιλίας. Η καλλιέργεια ορισμένων ποικιλιών τείνει να γίνει αντι-οικονομική. Απαιτείται η αντικατάστασή τους με περισσότερο εμπορικές ποικιλίες.
Ακόμη να λάβει υπόψη η Πολιτεία τις ιδιαιτερότητες της Ελληνικής γεωργίας και να μην προσπαθεί να την προσαρμόσει σ’ αυτή των άλλων χωρών της Ε.Ε. Το ΥΠΑΑΤ να ασχοληθεί σοβαρά με την ασφάλιση της αγροτικής παραγωγής και τον έλεγχο της ποιότητας των αγροτικών προϊόντων.
Είναι φανερό ότι με την παρούσα κατάσταση η γεωργία στη χώρα μας κρίνεται ως αναγκαία, όχι όμως και ως επαρκής για την ανάπτυξη της υπαίθρου. Για την ανάπτυξη της υπαίθρου χρειάζεται να δημιουργηθούν υποδομές και θέσεις εργασίας συμπληρωματικές ή εναλλακτικές προς τη γεωργία. Χωρίς γεωργία όμως η Ελληνική ύπαιθρος δεν μπορεί να επιβιώσει κοινωνικά.
Στη παρούσα κρίση που βιώνουμε η γεωργία μαζί με την κτηνοτροφία μπορούν να γίνουν μοχλός ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονομίας.


                                                                           Παναγιώτης Τσέτουρας
                                                                          τ. Πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ ΘΡΑΚΗΣ
                                                                          τ. Διευθυντής ΕΛΓΑ ΑΛΕΞ/ΠΟΛΗΣ





Δεν υπάρχουν σχόλια: